«O γλύπτης Ν. Περαντινός, κάνει να ξαναζωντανέψουν οι μορφές της αρχαίας ελληνικής τέχνης και είναι εφάμιλλος των μεγάλων Γάλλων γλυπτών και αντάξιος των γλυπτών της αρχαίας Ελλάδας». Jean Marie Augustin Charbonneaux, αρχαιολόγος, Καθηγητής της Σχολής του Λούβρου.

Νικόλαος Περαντινός

Η δημιουργική προσπάθεια είναι μια πορεία ατελεύτητη, όπως και η γνώση. Έχει μόνον αρχή, δεν έχει τέρμα ούτε σταθμούς. Είναι συνάμα και οδύνη, που την αναρριπίζει η υπόμνηση του μελαγχολικού εκείνου ars longa, vita brevis…
Νικόλαος Περαντινός

Ο Νικόλαος Περαντινός είναι γλύπτης παριανής καταγωγής που γεννήθηκε το 1910. Επέδειξε από νεαρή ηλικία καλλιτεχνική τάση, η οποία καλλιεργήθηκε με τις σπουδές του στη Σχολή Καλών Τεχνών από την οποία αποφοίτησε κατακτώντας το Χρυσοβέργειο Βραβείο για το έργο του «Γυμνό Ανδρός» το 1933 (Περαντινός, 1975, σελ. 18&81). Μαθήτευσε κοντά στους Τόμπρο και Πανούση, ενώ το 1941 διορίστηκε γλύπτης – συντηρητής στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα και από την εργασία του αποκαταστάθηκαν κορυφαία έργα της αρχαιότητας, τουτέστιν ο «Ίππος του Αρτεμισίου» και ο «Κούρος του Σουνίου», κ.ά., με μεγάλους αρχαιολόγους όπως η Richter να εκθειάζουν το έργο του και τις γνώσεις του στην αρχαιοελληνική γλυπτική (Περαντινός, 1990, σελ. 40). Οι σπουδές του Περαντινού συνεχίστηκαν στη Γαλλία, όπου μαθήτευσε κοντά στους Gimont, Janniot και Dropsy με τον Charbonneaux να τοποθετεί τον Περαντινό στο ίδιο επίπεδο με τους αρχαίους Έλληνες γλύπτες (Περαντινός, 1990, σελ. 12-13). Ο Περαντινός ταξιδεύει σε αρκετές ευρωπαϊκές πόλεις για να διδαχθεί και να εμπνευστεί, ενώ όταν επιστρέφει στην Ελλάδα το 1951 (Περαντινός, 1975, σελ. 8) αποδεικνύεται παραγωγικότατος φιλοτεχνώντας πληθώρα έργων από πορτραίτα και ολόγλυφα έως ανάγλυφα, νομίσματα και μετάλλια.

Λαμβάνει μέρος σε καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς και εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό με τα έργα του να ξεχωρίζουν, ενώ δραστηριοποιείται ιδιαίτερα σε κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο κατέχοντας σημαντικές θέσεις στη δημόσια ζωή της χώρας θεωρώντας τον εαυτό του ως «συνεχιστή της μαρμαρογλυπτικής τέχνης της Πάρου» (Περαντινός, 2001, σελ. 6-7). Ο Περαντινός μαγεύεται από τις κλιματολογικές συνθήκες του νησιού του και λατρεύει την αξιοποίηση του παριανού μαρμάρου, ήτοι του λυχνίτη που επιτρέπει στο φως του ήλιου να χαρίζει ένα είδος εσωτερικού φωτός στα έργα του. Αυτή του η λαχτάρα τον οδηγεί να δημιουργήσει το καλλιτεχνικό του εργαστήρι στην Αγία Άννα στην Παροικιά της Πάρου για να μεταλαμπαδεύσει αφιλοκερδώς τις γνώσεις του στους νέους του νησιού (Αλιπράντης, 1972, σελ. 78). Τα έργα του χαρακτηρίζονται κατά τον Παναγιωτόπουλο από «εκφραστικότητα και μια εντύπωση κινήσεως και ρευστότητας στο χώρο» (Περαντινός, 1975, σελ.5-6) και ο Λυδάκης τονίζει πως ο Περαντινός «έμεινε σταθερός στα κλασικά του ιδεώδη, επειδή τον χαρακτήριζε ένα αίσθημα ευθύνης σε αυτά κάτι που απέδειξε το ομοιογενές και πολύπλευρο έργο του» (Περαντινός, 2001, σελ. 14-15).

Ο Περαντινός ένιωσε απόλυτα ευτυχισμένος όταν το 1991 η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε το Αριστείο στη Γλυπτική καθώς θεώρησε πως η πατρίδα του αναγνώρισε την προσφορά του στην τέχνη και λίγους μήνες μετά έφυγε από τη ζωή αφήνοντας ως παρακαταθήκη έργα του που είναι διάσπαρτα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό για να εμπνέονται και να διδάσκονται από αυτά οι επόμενες γενιές (Περαντινός, 2001, σελ. 15). Εντούτοις ο Περαντινός επέλεξε 192 από τα αντιπροσωπευτικότερα έργα του για να τα δωρίσει στη Μάρπησσα προκειμένου να δημιουργηθεί μουσείο στο όνομά του, το οποίο εγκαινιάστηκε το 2009 (Kathimerini, 2009).

Σήμερα το Μουσείο Γλυπτικής Νικολάου Περαντινού φιλοξενεί πάνω από 200 έργα του γλύπτη. Η ρεαλιστική απεικόνιση, οι κλασικές αρχές της ισορροπίας, της αρμονίας και του μέτρου, η εξιδανίκευση, η λεπτομέρεια, οι λεπτές γραμμές και μια αίσθηση πνευματικής εσωτερικότητας είναι μερικά από τα στοιχεία που ξεπηδούν μέσα από τα έργα του και που παρατηρεί ο επισκέπτης του μουσείου, αντιλαμβανόμενος πως οι κλασικές γραμμές του γλυπτή θα παραμένουν πάντοτε διαχρονικές, αφού ενσωματώνουν όλα τα χαρακτηριστικά της φύσης και του πολιτισμού που μας έχουν διαμορφώσει ως λαό. Το φως του γλύπτη θα συνεχίσει να μας φωτίζει μέσα από τα έργα του σε όλους τους αιώνες που θα ακολουθήσουν αφού μέσω αυτών πέρασε στην αθανασία και στην αέναη μνημοσύνη.

Ραγκούση Α. Κατερίνα

Πηγές

Αλιπράντης, Χρ. Ν. (1972) Φυσιογνωμίαι της Αρχαίας Πάρου, Εν Αθήναις: Παριανή Βιβλιοθήκη.

Kathimerini (2009) Εγκαίνια στο Νέο Μουσείο του Νίκου Περαντινού στη Μάρπησσα Πάρου, www.kathimerini.gr, τελευταία επίσκεψη: 20/02/21.

Μονογραφίες

Ν. Περαντινός. Γλυπτική, Αθηναϊκό Κέντρο Εκδόσεων, Αθήναι 1975.

Νίκος Περαντινός. Γλυπτική 1933-1990, Αθήνα 1990.

Νίκος Περαντινός 1910-1991 Γλυπτική, Πάρος 2001.

Φωτογραφίες

Σχετικά άρθρα